Ράκος. Με κακή διάθεση. Με πολλά νεύρα. Όλα του φταίγανε. Από τον καφέ που ήταν ένα τσικ πιο γλυκός μέχρι τον καιρό που ήταν ηλιόλουστος , χαρά θεού. Με ψυχολογία στα τάρταρα λοιπόν, βγήκε και έκανε την καλύτερη του εμφάνιση. Άβυσσος η ψυχή του…
Έψαξε την εξιλέωση, τον εξαγνισμό, την άφεση αμαρτιών. Στο κυνήγι αυτών δεν βρήκε τίποτα. Μέσα από την πορεία όμως βρήκε κάτι άλλο, κάτι που δεν έψαχνε. Και αυτό ήταν καλύτερο. Το καλύτερο.
Και έμεινε να κοιτάζει την θάλασσα. Και να την παρακαλάει. Μίλα μου. Μίλα μου. Πες μου κάτι. Και αυτή δεν τον απογοήτευσε. Τον πήρε στην αγκαλιά της σαν μικρό παιδί και τον παρηγόρησε. Του έδιωξε όλες τις έγνοιες. Του καθάρισε το μυαλό. Και τον παρέδωσε πίσω αμόλυντο, άσπιλο. καθαρό. Έτοιμο για νέες αμαρτίες.